Ταυτότητα: Τα «ξυλάκια» ή «μασουράκια» της κανέλας Κεϋλάνης σχηματίζονται με την αποξήρανση του εσωτερικού φλοιού των κλαδιών του γνήσιου κανελόδεντρου (Κιννάμωμον το κεϋλανικό /Cinnamomum verum Zeylanicum). Όπως υποδηλώνει και το όνομά της, κατάγεται από την Κεϋλάνη, τη σημερινή Σρι Λάνκα, όπου το έδαφος και οι κλιματολογικές συνθήκες επιδρούν σημαντικά στα αρωματικά χαρακτηριστικά του μικρού αειθαλούς δένδρου.
Μορφή: Οι λεπτές λωρίδες του φλοιού, τυλιγμένες η μία μέσα στην άλλη, σχηματίζουν καστανοκόκκινα ρολάκια, τα γνωστά μασουράκια, τα οποία ξεχωρίζουν από οποιαδήποτε άλλη κανέλα, ακριβώς από τις πολλές τους στρώσεις. Ενώ τα αρώματα της σκόνης είναι έντονα, τα μασουράκια απελευθερώνουν τα αρώματά τους μόνο όταν σπάσουν ή έρθουν σε επαφή με κάποιο υγρό.
Αρώματα και γεύση: Η κανέλα έχει ζεστό, ντελικάτο, αλλά και ταυτόχρονα έντονο άρωμα, ευχάριστα γλυκό και ξυλώδες. Η γεύση της είναι ζεστή, με κυρίαρχες νότες το γαρίφαλο και τα εσπεριδοειδή.
Στην κουζίνα: Εκτός από τις γνωστές χρήσεις στη ζαχαροπλαστική, τα αρώματά της της την καθιστούν ιδανική σύντροφο για φρούτα όπως το μήλο, το βερίκοκο, η μπανάνα και το αχλάδι. Στην ελληνική μαγειρική συνηθίζεται στις σάλτσες των κοκκινιστών, ενώ στη Μέση Ανατολή τη βρίσκουμε ακόμη και στο μείγμα μπαχαρικών για το ταμπουλέ ή στο κουσκούς. Τα μασουράκια κανέλας χρησιμοποιούνται ολόκληρα για να δώσουν άρωμα στο χριστουγεννιάτικο «ζεστό κρασί» (Glühwein) και σε διάφορα λικέρ με βάση την τεκίλα, το μπράντι, το ουίσκι, τη βότκα ή το τσίπουρο (φατουράδα και τεντούρα), στη ζεστή μεξικάνικη σοκολάτα και στον καφέ.
Ταιριάσματα: Το καρδάμωμο, το γαρίφαλο, ο κόλιανδρος, το κύμινο, το τζίντζερ, το μπαχάρι, το μοσχοκάρυδο, η μαστίχα και ο κουρκουμάς ταιριάζουν πολύ με την κανέλα.