Ταυτότητα: Με την ονομασία Κεχρί είναι γνωστή μια ομάδα δευτερευόντων δημητριακών, που όλα βέβαια ανήκουν στη μεγάλη οικογένεια των Αγροστωδών, αλλά όχι οπωσδήποτε στο ίδιο γένος ή είδος. Περισσότερο διαδεδομένο είναι το είδος Pennisetum glaucum, κυρίως στην Αφρική και την Ινδία, αφού αντέχει ιδιαίτερα σε συνθήκες έντονης ξηρασίας. Συνήθως όμως, όταν στην Ευρώπη αναφερόμαστε σε εδώδιμο Κεχρί, εννοούμε τους αποφλοιωμένους σπόρους του φυτού Panicum miliaceum (Πανικό το κεχροειδές), ενώ ως πτηνοτροφή χρησιμοποιείται το φυτό Setaria italic. Με βάση τα αρχαιολογικά ευρήματα, φαίνεται πως υπήρξε βασική τροφή του νεολιθικού ανθρώπου σε περιοχές της Κίνας, ενώ λίγο αργότερα το συναντάμε από την Αφρική μέχρι τη Μαύρη θάλασσα. Σημαντική ήταν η παρουσία του και στην Ευρώπη, μέχρι τουλάχιστον τον 16ο αιώνα, όταν εκτοπίστηκε σταδιακά από το νεοφερμένο καλαμπόκι. Η καλή ποιότητα των πρωτεϊνών του, που συγκρίνονται με αυτές του σιταριού, η ψηλή του περιεκτικότητα σε μαγνήσιο και φώσφορο και η απουσία γλουτένης στο αλεύρι του, το έφεραν και πάλι στο προσκήνιο τα τελευταία χρόνια.
Μορφή: Μικροί, στρογγυλοί, σκληροί σπόροι, με ανοιχτόξανθο χρώμα.
Αρώματα και γεύση: Το Κεχρί έχει μάλλον ουδέτερη γεύση, με μια ανεπαίσθητη γλύκα στο τέλος. Όμως απορροφά και αφομοιώνει με ευκολία τα αρώματα και τη γεύση των υλικών με τα οποία μαγειρεύεται μαζί.
Στην κουζίνα: Στις χώρες της παραδοσιακής του κατανάλωσης, θα το συναντήσουμε σε άζυμα ψωμιά, σε πίτες, σε χυλούς γλυκούς ή αλμυρούς, αλλά και στη θέση του ρυζιού ή μαζί με αυτό. Στη Δύση, πιο συνηθισμένο είναι σε μπάρες και ζυμαρικά και φυσικά ως συνοδευτικό πιάτο, μαγειρεμένο με τον ίδιο τρόπο και στους ίδιους χρόνους που μαγειρεύεται το ρύζι.
Ταιριάσματα: Αγαπά τα λαχανικά, τα μπαχαρικά και τους ζωμούς.