Ταυτότητα: Το πράσινο πιπέρι είναι ένα από τα τρία –για την ακρίβεια τέσσερα, αν προσθέσουμε το μάλλον σπάνιο κόκκινο– χρώματα, με τα οποία παρουσιάζονται οι καρποί τού αναρριχητικού φυτού των τροπικών, Piper nigrum (Πέπερι το μέλαν ή Μαυροπίπερο). Κάθε χρώμα δηλώνει και ένα διαφορετικό στάδιο ωρίμανσης ή έναν διαφορετικό τρόπο επεξεργασίας των καρπών, που αποκτούν έτσι και διαφορετικά χαρακτηριστικά. Το πράσινο πιπέρι προέρχεται από τους άγουρους, πράσινους, καρπούς του φυτού, που συλλέγονται πριν ωριμάσουν, υποβάλλονται σε ειδική επεξεργασία σταθεροποίησης του χρώματος και αποξηραίνονται. Στις τοπικές κουζίνες των χωρών παραγωγής χρησιμοποιούνται και οι φρέσκοι, πράσινοι καρποί, που βέβαια είναι σχεδόν άγνωστοι στον υπόλοιπο κόσμο, καθώς χάνουν γρήγορα τις αρωματικές τους ιδιότητες.
Μορφή: Οι καρποί έχουν χαρακτηριστικές πτυχώσεις και ασημοπράσινο χρώμα. Το περικάρπιό τους είναι μαλακό και θρύβεται εύκολα, για να αποκαλύψει ένα σκληρό ενδοκάρπιο.
Αρώματα και γεύση: Τα αρώματα του πράσινου πιπεριού είναι πιο διακριτικά από του μαύρου και κινούνται σε πιο φρουτώδεις και γήινους τόνους. Το ίδιο και η γεύση του, που σε καυστικότητα βρίσκεται κάτω από το μισό σε σχέση με το μαύρο πιπέρι.
Στην κουζίνα: Η ήπια προσωπικότητά του το κάνει ιδανικό για τα ψάρια, τα λαχανικά, τις λεπτές σάλτσες και γενικά για τα πιάτα όπου τα άλλα πιπέρια θα κινδύνευαν να καλύψουν τις γεύσεις τους. Απαραίτητο επίσης στην αυθεντική εκδοχή του all time classic Πιπεράτου φιλέτου ή Filet au poivre vert. Προτιμήστε το για τα πατέ, τις τερίν και τις «φάρσες» των πουλερικών.
Ταιριάσματα: Αγαπά τα βότανα, όπως το θυμάρι, η δάφνη, το δενδρολίβανο και το φασκόμηλο, αλλά και το ξίδι και το λεμόνι.