Ταυτότητα: Μπορεί να υπάρχουν διαφωνίες για την καταγωγή της ονομασίας κοκορέτσι, καθώς άλλοι θεωρούν ότι προέρχεται από το ρωμανικό «κουκορέτσου» και άλλοι από το αλβανικό ή το τούρκικο «κοκορέτς», όμως με βεβαιότητα μπορούμε να πούμε ότι πρόκειται για ένα από τα δημοφιλή εδέσματα των Βαλκανίων και της Μέσης Ανατολής. Και όχι μόνο, αφού μια παρόμοια παρασκευή καταγράφεται στο Μεξικό με την ονομασία machito, ενώ και οι αρχαίοι Έλληνες, μεγάλοι λάτρεις των εντοσθίων, με βάση μια αναφορά του Αθήναιου για «χορδής οβελίσκους», φαίνεται πως έφτιαχναν κάποιο είδος κοκορετσιού. Δύο είναι τα βασικά μυστικά για την επιτυχία του. Το ψήσιμο για να «βράσει» χωρίς να καεί και οι σωστές αναλογίες των μπαχαρικών. Για το πρώτο, ασφαλώς ειδικοί είστε εσείς, όμως για το δεύτερο, το Μπαχάρ είναι εδώ, με το αποκλειστικό μείγμα του για κοκορέτσι.
Μορφή: Σκόνη, με βαθυκόκκινο χρώμα, όπου διακρίνονται σε μεγαλύτερα κομμάτια οι σπασμένοι σπόροι και τα ξερά μυρωδικά, με τα δικά τους χρώματα.
Αρώματα και γεύση: Ευχάριστο πάντρεμα αρωμάτων, με τη ρίγανη, τον κόλιανδρο και το κύμινο να πρωταγωνιστούν. Στο στόμα είναι διακριτικά αλμυρό, ελάχιστα καυτερό από το μπούκοβο, ενώ τον αρωματικό τόνο δίνουν η πάπρικα και ο μαραθόσπορος.
Στην κουζίνα: Πασπαλίστε και ανακατέψτε καλά τα εντόσθια με το μείγμα Μπαχάρ για κοκορέτσι, πριν τα περάσετε στη σούβλα. Δοκιμάστε το ακόμα σε γαρδουμπάκια φούρνου ή σε τηγανητή συκωταριά.
Ταιριάσματα: Λίγες σταγόνες λεμόνι θα τονίσουν την αρωματική του προσωπικότητα.